Από το Θέμη Παπανελόπουλο

Πέρσι το καλοκαίρι , στα μέσα Ιουλίου , κατέβηκα με τους φίλους μου στο κέντρο της πόλης. Μπορώ να πω πως ήταν η πιο ξεκαρδιστική και τρελή έξοδός μου.

Στην  αρχή συναντηθήκαμε στην στάση του λεωφορείου. Γραμμή  28: Συκιές – κέντρο  Θεσσαλονίκης. Χτυπήσαμε τα εισιτήριά μας και κουβεντιάσαμε τα νέα της ημέρας. Είχε πολλή κίνηση στο δρόμο, γιατί ενώ ξεκινήσαμε στις 6.30 μμ , φτάσαμε τελικά στις 7.30 μμ. Μόλις φτάσαμε και κατεβήκαμε από το λεωφορείο όλοι μας τεντωθήκαμε. Δεν είναι δα και τόσο εύκολο να στριμώχνεσαι όρθιος , σαν τη σαρδέλα, για μία ώρα!

Ξεμουδιάσαμε και πήγαμε να ψωνίσουμε κανένα ρούχο. Πέρασε μία ώρα και αφού είχαμε «χτενίσει» τα μαγαζιά αποφασίσαμε να πάμε σε καμιά καφετέρια, στην παραλία, να πιούμε κάτι και τα ψώνια να τα αφήσουμε για μιαν άλλη μέρα .Καθίσαμε στην καφετέρια και ήμασταν έτοιμοι να παραγγείλουμε, όταν είδαμε ότι υπήρχε και μία πίσω αίθουσα κλειστή, όπου έχτιζαν κάτι. Κατευθυνθήκαμε  προς τα κει, αφού ρωτήσαμε, αν μπορούμε να κάτσουμε κοντά σ? εκείνο το μέρος, και παραγγείλαμε. Στο  χώρο υπήρχαν εργάτες που δούλευαν γιατί μάλλον το βράδυ θα έπαιζε ?live? ένα μικρό συγκρότημα . Καθώς πίναμε την πορτοκαλάδα μας , βλέπαμε τους εργάτες που τοποθετούσαν τα φώτα και τελείωναν τις εργασίες με τη σκηνή. Ξαφνικά βλέπουμε δύο άντρες με μία πολύ μεγάλη φιάλη. Στην αρχή νομίσαμε πως ήταν φιάλη που με κάποιον τρόπο έβγαζε καπνό, αλλά δεν ήταν. Πώς το καταλάβαμε; Ο ένας ο εργάτης σκόνταψε σε ένα πεταμένο ξύλο και έπεσε, έτσι έπεσε και η φιάλη κι άνοιξε. Δεν βγήκε ούτε καπνός, ούτε τίποτα , ακουγόταν μόνο ένα σιγανό σφύριγμα. Καθώς αναρωτιόμασταν τι  να  περιείχε η φιάλη μας ήρθε ξαφνικά η ανάγκη να γελάσουμε. Μια περίεργη, επιτακτική ανάγκη για γέλιο. Στην αρχή γελούσαμε συγκρατημένα , αλλά στα δύο επόμενα λεπτά όλοι ήμασταν έτοιμοι να πέσουμε κάτω δακρυσμένοι από τα γέλια . Τότε καταλάβαμε ότι μάλλον ήταν αέριο γέλιου αυτό που περιείχε η φιάλη. Μόλις το συνειδητοποιήσαμε, φύγαμε γελώντας ασταμάτητα . Βγήκαμε έξω και αφού συνήλθαμε κάπως από αυτήν εδώ τη θεραπεία γέλιου, αποφασίσαμε να πάμε κάπου να φάμε αλλά ο χώρος να είναι ανοιχτός. Έτσι πήγαμε στο Ντερλικατέσεν  και φάγαμε . Καθώς τρώγαμε, όλοι αναρωτιόμασταν τι το ήθελαν το αέριο γέλιου στον κλειστό χώρο. Σκεφτόμασταν σιωπηλά, αφήνοντας κάποια αυθόρμητα γέλια να φεύγουν. Στο τέλος ακολούθησε μια μεγάλη βόλτα ,που αποτελεί απαραίτητο συστατικό για μια καλή χώνεψη. 

Κάπου γύρω στα μεσάνυχτα πήραμε το τελευταίο λεωφορείο για Συκιές και επιστρέψαμε  στα σπίτια μας, αλλά με την εξής απορία να τριβελίζει το μυαλό μας: τι το ήθελαν το αέριο γέλιου σε μία κλειστού χώρου συναυλία;   

 

 

 

                                                                 

 

Leave a Comment